Το «Οντως Φιλιούνται;» του Γιάννη Κορρέ διαδραματίζεται ολόκληρο μέσα σε λίγες ώρες, σχεδόν όσο κρατάνε δύο δυνατά «τσιγάρα». Μέσα σε ένα σαλόνι με άδειους τοίχους κάπου στην Αθήνα. Εκεί όπου η Στέλλα, πριν τα 30, θα γνωρίσει τον Αχιλλέα, πριν τα 30, φίλο του Ντάνυ, πριν τα 30, με τον οποίο έχει σχέση.
Ανάμεσα σε πολλά ερωτηματικά που εκ των πραγμάτων βάζεις παντού όταν δεν βρίσκεις προφανείς απαντήσεις, συζητήσεις επαγγελματικού (απο)προσανατολισμού και κρύα ανέκδοτα, στην άβολη θέση που εκ των πραγμάτων βρίσκεσαι όταν οι άλλοι κάνουν κεφάλι και εσύ είσαι ξενέρωτος, στις αλήθειες που εκστομίζονται από την ανάγκη να ακουστείς ή να επιβληθείς και κυρίως να την σπάσεις στον άλλο, σαν να είσαι εσύ ο τρίτος άνθρωπος απέναντι από το ζευγάρι, περνάει μπροστά από τα μάτια σου η σχέση της Στέλλας με τον Ντάνυ.
Η πρώτη γνωριμία, το πρώτο φλερτ, το πρώτο σεξ, ο πρώτος τσακωμός, οι πρώτες αμφιβολίες, τα ναι, τα όχι και τα «όντως;» μιας σχέσης είναι όλα εκεί, σαν μικρές σκηνές μιας ταινίας που δεν έχει αρχή μέση και τέλος γιατί πολύ απλά βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή. Και αυτή ενώ μοιάζει να είναι η ιστορία της Στέλλας και του Ντάνυ, είναι τελικά η ιστορία του Ντάνυ. Η ιστορία των Ντάνυ αυτού του κόσμου. Εντάξει και λίγο της Στέλλας. Ακόμη λιγότερο του Αχιλλέα, ο οποίος ξέμεινε εκεί στο σαλόνι να βλέπει ένα αγόρι και ένα κορίτσι να προσπαθούν να καταλάβουν αν είναι μαζί, αν πρέπει να είναι μαζί, τι σημαίνει να είναι μαζί, τι σημαίνει «να είναι».
Αφήστε το σχόλιο σας